Γιώργης Κρόκος (1916-1997)
Βιογραφικό
Γεννήθηκα στή Χίο.
Ἡ πρώτη μου ἀνάσα ἤτανε μαστίχα.
Ὅταν πρωτάνοιξα τά βλέφαρα,
Εἶδα λουλούδια.
Ἀκόμη πιστεύω πώς ἤτανε μάτια,
πού μέ μάθαιναν πῶς νά χαμογελῶ.
Στήν ἀγκαλιά τῆς μάνας μου ἔμαθα χορό.
Ἀργότερα τόν τελειοποίησα στό κύμα.
Εἶδα τά δέντρα καί στάθηκα ὁλόρθος.
Εἶδα τά ρυάκια κι ἔμαθα νά τρέχω.
Ἄκουσα τά κελαηδοπούλια καί τραγούδησα.
Εἶδα τό νυχτερινό οὐρανό περβόλι
μέ τά’ ἀστέρια μανταρίνια στά κλαδιά τους.
Ὕψωσα τό χέρι νά τά πιάσω
κι ὅλα χαμήλωσαν ἴσως νά τά φτάσω.
Γιά γειτονιά εἶχα ἀνοιγμένες ἀγκάλες.
Ἡ μάνα μου ἦταν ἀδερφή τοῦ ἥλιου.
Ὁ Πατέρας μου πουλοῦσε τήν ὀμορφιά πραμάτεια.
Μέ τή Μικρασιατική καταστροφή
Ἄρχισα νά μπερδεύω τούς ἁγίους τῶν ἐκκλησιῶν
μέ τούς πρόσφυγες.
Καταστραφήκαμε
κι ἀντίς νά χαθῶ, γίνηκα πολίτης ὅλου τοῦ κόσμου.
Γιά νά μή μοῦ κολαστεῖ ὁ παιδικός παράδεισος, τόν φυλάω μές στήν καρδιά μου.
Αὐτός μέ βοηθά
Καί μοιράζω τήν ψυχή μου τραγούδι
ἀπό χείλη σέ χείλη.
Τραγουδᾶτε με.
Περισσεύω γιά ὅλους.
Μέ ἀγάπη:
|